Στην μείωση του πραγματικού ΑΕΠ της Ελλάδας, αποδίδει την αύξηση του λόγου χρέους/ΑΕΠ η Διεύθυνση Τρέχουσας Οικονομικής Ανάλυσης & Έρευνας Διεθνών Κεφαλαιαγορών της Eurobank, η οποία δημοσίευσε σήμερα τη νέα έκδοση του περιοδικού της δελτίου Greece Macro Monitor με τίτλο «Μια τεχνική μελέτη για τη βιωσιμότητα του ελληνικού δημοσίου χρέους – Πώς ο τρέχων υψηλός λόγος δημοσίου χρέους προς ΑΕΠ αποκρύπτει τη μεγάλη βελτίωση που έχει συντελεσθεί στην εξέλιξη των δανειακών αναγκών της Γενικής Κυβέρνησης». Συγγραφέας της έκθεσης είναι ο Δρ. Πλάτων Μονοκρούσος, επικεφαλής της Διεύθυνσης.
Βασιζόμενη σε μία από τις υπάρχουσες μεθοδολογίες στη διεθνή βιβλιογραφία, η παρούσα έκθεση παρουσιάζει τεχνική μελέτη για την βιωσιμότητα του ελληνικού δημοσίου χρέους καθώς και ποσοτικές εκτιμήσεις για το κόστος που θα είχε μια υποθετική καθυστέρηση της εφαρμογής του τρέχοντος προγράμματος δημοσιονομικής προσαρμογής την περίοδο 2013-2016.
Το κόστος αυτό θα είχε τη μορφή μεγαλύτερων απαιτούμενων δημοσιονομικών πλεονασμάτων στο μέλλον με στόχο τη σταθεροποίηση της δημοσιονομικής θέσης της χώρας, αφού στο ενδιάμεσο χρονικό διάστημα το δημόσιο χρέος θα συνέχιζε να αυξάνεται ανεξέλεγκτα.
Η συνεχιζόμενη επιτυχής εκτέλεση του προγράμματος δημοσιονομικής εξυγίανσης έχει αποτρέψει την ανάληψη του προαναφερθέντος κόστους.
Παράλληλα, η εφαρμογή του μεγαλύτερου μέρους των προβλεπόμενων περικοπών στις δαπάνες της Γενικής Κυβέρνησης από τις αρχές του τρέχοντος έτους περιορίζει σημαντικά την αβεβαιότητα που πηγάζει από την εφαρμογή ενός τόσο επιθετικού (και επίπονου για την πραγματική οικονομία) προγράμματος λιτότητας.
Επιπροσθέτως, η έκθεση αναλύει δύο ακόμη σημαντικές πτυχές του παρόντος προγράμματος προσαρμογής. Συγκριμένα, εξηγεί γιατί 1) ο τρέχων υψηλός λόγος δημοσίου χρέους προς ΑΕΠ ενδεχομένως παρουσιάζει μια διαστρεβλωμένη εικόνα αναφορικά με τη βιωσιμότητα της δημοσιονομικής θέσης της χώρας και 2) δεν είναι ούτε αναγκαίο ούτε φρόνιμο να εφαρμοσθεί ένα νέο πακέτο οριζόντιων δημοσιονομικών μέτρων, πέραν αυτών που ήδη προβλέπονται στο υφιστάμενο πρόγραμμα προσαρμογής.
Σχετικά με τα δύο ανωτέρω ζητήματα, τονίζονται μεταξύ άλλων τα ακόλουθα
– Η αναμενόμενη από το βασικό σενάριο της τρόικα αύξηση του λόγου χρέους-ΑΕΠ της Ελλάδας κατά 18 περίπου μονάδες το 2013 προβλέπεται να προέλθει, ως επί το πλείστον, από τη μείωση του πραγματικού ΑΕΠ της χώρας το τρέχον έτος καθώς και το γεγονός ότι ο ρυθμός μεταβολής του ακαθάριστου εθνικού προϊόντος συνεχίζει να υπολείπεται σημαντικά του μέσου επιτοκίου επί του συνόλου του χρέους.
– Η εξέλιξη αυτή που είναι γνωστή ως «φαινόμενο χιονοστιβάδας» αναμένεται να αντιστραφεί από το 2015 και εντεύθεν, συμβάλλοντας έτσι στην αυτόματη μείωση του λόγου χρέους-ΑΕΠ.
– Η πρόβλεψη αυτή ενισχύεται από σειρά πρόσφατων μακροοικονομικών στοιχειών που υποδηλώνουν ότι το ΑΕΠ της χώρας βρίσκεται σε τροχιά ανάκαμψης, με τα στοιχεία του 2ου τριμήνου να δείχνουν τριμηνιαία αύξηση σε κυκλικά προσαρμοσμένους όρους – περίπου 0,6%, σύμφωνα με τις εκτιμήσεις μας – για πρώτη φορά τα 3½ τελευταία έτη.
Επιπλέον, τονίζεται ότι εάν επιβεβαιωθούν οι εκτιμήσεις μας για παρόμοιο ρυθμό μεταβολής το τρίτο τρίμηνο του έτους, δεν αποκλείεται ο ετήσιος πραγματικός ρυθμός συρρίκνωσης του εθνικού προϊόντος το 2013 να αποδειχθεί μικρότερος από τις τρέχουσες επίσημες προβλέψεις (δηλ. -3,5% ή καλύτερος).
– Πέραν των ανωτέρω επισημάνσεων σχετικά με τους προσδιοριστικούς παράγοντες της μελλοντικής εξέλιξης του λόγου χρέους-ΑΕΠ, επισημαίνεται ότι, σύμφωνα με πρόσφατες εκτιμήσεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, το πρωτογενές πλεόνασμα της Ελλάδας σε κυκλικά προσαρμοσμένους όρους αναμένεται να υπερβεί το 6%-του-ΑΕΠ το τρέχον έτος (κατά πολύ υψηλότερο σε σχέση με αυτό άλλων χωρών της Ε.Ε.), καθιστώντας επιτεύξιμο το στόχο δημιουργίας πρωτογενούς πλεονάσματος 4.5%-του-ΑΕΠ το 2016.
– Παρά τον τρέχοντα υψηλό λόγο δημοσίου χρέους-ΑΕΠ της Ελλάδας, οι δανειακές ανάγκες της Γενικής Κυβέρνησης αναμένεται να υποχωρήσουν σημαντικά μετά το 2016 και να παραμείνουν σε επαρκώς διαχειρίσιμα επίπεδα για μεγάλο χρονικό διάστημα, κυρίως λόγω των μέτρων που ανακοινώθηκαν στο Eurogroup του Νοεμβρίου του 2012 αλλά και του νέου πακέτου ελάφρυνσης χρέους που αναμένεται να ανακοινωθεί έως την άνοιξη του επόμενου έτους.
Ενδεικτικά αναφέρεται ότι το μέσο προβλεπόμενο επιτόκιο επί του συνόλου του δημοσίου χρέους της Ελλάδας για την επόμενη 10ετία θα διαμορφωθεί σε περίπου 3%, ποσοστό που είναι μεταξύ των χαμηλότερων στην Ευρωζώνη.
– Τέλος, τονίζεται η ανάγκη αποφυγής ενός νέου μεγάλου πακέτου οριζόντιων δημοσιονομικών περικοπών. Ένα τέτοιο πακέτο θα μπορούσε να αποδειχθεί αντιπαραγωγικό, υπό το πρίσμα των αρνητικών κοινωνικών, οικονομικών αλλά δημοσιονομικών επιπτώσεων που ενδεχομένως είχε, μεταξύ άλλων λόγω και των υψηλότερων δημοσιονομικών πολλαπλασιαστών σε περιόδους ύφεσης.