Με αφορμή τη χθεσινή ανακοίνωση του ΤΑΙΠΕΔ για τον ΟΠΑΠ, τίθενται πολύ σοβαρά ερωτήματα, σύμφωνα με τη Δράση, για τις δραστηριότητες του ΤΑΙΠΕΔ και της κυβέρνησης ευρύτερα, σε σχέση με τις αποκρατικοποιήσεις και τις πωλήσεις ακινήτων του δημοσίου.
Πιο συγκεκριμένα, η Δράση σημειώνει τα εξής:
• ΔΕΠΑ: Ο διαγωνισμός ξεκίνησε με τρεις ενδεικτικές προσφορές για να φτάσουμε στον έναν «σίγουρο» ενδιαφερόμενο, που απέσυρε τελικά το ενδιαφέρον του.
• ΔΕΣΦΑ: Τρεις ενδεικτικές προσφορές, ένας τελικά ενδιαφερόμενος.
• ΟΠΑΠ: Τέσσερις ενδεικτικές προσφορές, ένας ενδιαφερόμενος, που ακόμα δεν ξέρουμε αν θα διατηρήσει το ενδιαφέρον του ή όχι.
• Κρατικά Λαχεία: Εκδήλωσαν ενδιαφέρον τρεις εταιρίες και στην τελική φάση έμεινε ένα μόνο επενδυτικό σχήμα.
• Διεθνές Κέντρο Ραδιοτηλεόρασης: Τρεις ενδεικτικές προσφορές και ένας τελικά ενδιαφερόμενος, που αγόρασε το ακίνητο.
Με αυτά τα δεδομένα, θα έπρεπε το ΤΑΙΠΕΔ να διευκρινίσει τι συμβαίνει και οι διαγωνισμοί ξεκινούν με περισσότερες ενδεικτικές προσφορές, για να τελματώσουν εξαιτίας έλλειψης ενδιαφέροντος ή να μείνουν με έναν μνηστήρα.
Επίσης, θα πρέπει να εξηγήσει γιατί συγκεκριμένοι οργανισμοί-φορείς προς πώληση υπογράφουν πολυετείς συμβάσεις με προμηθευτές στο παραένα της αποκρατικοποίησής τους;
Ειδικότερα δε για τον ΟΠΑΠ το ΤΑΙΠΕΔ οφείλει να εξηγήσει γιατί δεν μετείχε με όλες τις μετοχές του στις σχετικές αποφάσεις. Είναι το κράτος μέτοχος μειωμένων δικαιωμάτων; Γιατί επέτρεψε στη διοίκηση του ΟΠΑΠ να προκαταλάβει τους ιδιοκτήτες που θα προέκυπταν από την αποκρατικοποίηση, λαμβάνοντας αμφιλεγόμενες καθοριστικές αποφάσεις για τα μέλλον του οργανισμού; Πως επηρέασε αυτό το τελικό τίμημα; Πως ερμηνεύεται τέλος ότι και ο διαγωνισμός για τον τεχνολογικό πάροχο του ΟΠΑΠ (του οποίου βασικός μέτοχος είναι το ΤΑΙΠΕΔ), ξεκίνησε με τρεις και άνοιξε πάλι μια μόνο οικονομική προσφορά;
Τόσες πολλές συμπτώσεις, καταλήγει η ανακοίνωση της Δράσης, αναζητούν ερμηνεία ή εγγραφή στο βιβλίο Γκίνες.
Ιδίως όταν ταυτόχρονα η κυβέρνηση αποκρατικοποιεί –με την ανοχή της τρόικα- φυσικά ή νομικά μονοπώλια χωρίς να διαμορφώνει ένα συγκεκριμένο και ισχυρό ρυθμιστικό πλαίσιο για την προστασία του τελικού καταναλωτή, με αποτέλεσμα να επηρεάζεται αρνητικά το τίμημα και να βλάπτεται εν τέλει το δημόσιο συμφέρον.