Η οικονομική κρίση έχει κάνει τους καταναλωτές να έχουν στραφεί στα είδη πρώτης ανάγκης και στις «έξυπνες» αγορές. Συγκεκριμένα, η έρευνα «Henkel Habits» που πραγματοποιήθηκε για λογαριασμό της Henkel από την TNS, σε δείγμα 6.400 ατόμων από 8 χώρες (Ελλάδα, Γαλλία, Βέλγιο, Ολλανδία, Ιταλία, Ισπανία, Ηνωμένο Βασίλειο και Σουηδία), έδειξε πως σε καιρούς οικονομικής κρίσης, οι Ευρωπαίοι, και ιδιαίτερα εκείνοι από τη Νότια Ευρώπη, φαίνεται να ανακαλύπτουν ξανά τις αρετές του μέτρου και επιπλέον επιστρέφουν στην έξυπνη κατανάλωση.
Παρά το γεγονός ότι η τιμή αποτελεί καθοριστικό παράγοντα στην απόφαση των Ευρωπαίων καταναλωτών να αγοράσουν καλλυντικά προϊόντα, ο παράγοντας που κατέχει τον πιο σημαντικό ρόλο στα μάτια των Ευρωπαίων για την αγορά απορρυπαντικών και κολλών, είναι τα προϊόντα να σέβονται το περιβάλλον. Συνολικά, αξίζει να σημειωθεί ότι η έρευνα «Henkel Habits 2011» απέδειξε ότι έννοιες όπως το περιβάλλον και η οικονομία, για τους Ευρωπαίους πάνε μαζί.
Όπως προκύπτει από τα αποτελέσματα της έρευνας, οι χώρες οι οποίες έχουν πληγεί περισσότερο από την οικονομική κρίση είναι συχνά εκείνες που έχουν υιοθετήσει μία πιο προσεκτική προσέγγιση στην διαδικασία των αγορών. Για παράδειγμα, το 77% των Ελλήνων και σχεδόν το 70% των Ισπανών και των Ιταλών, δηλώνουν πως η κρίση τους έκανε να στραφούν περισσότερο στα είδη πρώτης ανάγκης. Αντίθετα, το 51% των Σουηδών υποστηρίζουν πως η κρίση δεν έχει επηρεάσει την καταναλωτική τους συμπεριφορά.
Παράλληλα, ο σεβασμός του περιβάλλοντος, παρά τη δύσκολη οικονομική κατάσταση, παίζει σημαντικό ρόλο για τους πολίτες όλων αυτών των χωρών. Σύμφωνα με τους καταναλωτές των 8 χωρών, η αποτελεσματικότητα ενός προϊόντος και οι περιβαλλοντικές του πιστοποιήσεις παραμένουν καθοριστικοί παράγοντες όταν κάνουν τις αγορές τους.
Εκείνοι που έκαναν τη μεγαλύτερη προσπάθεια να μειώσουν την επιβάρυνση που προκαλείται από το νοικοκυριό και το πλύσιμο των ρούχων τους στο περιβάλλον είναι οι Έλληνες, οι Ιταλοί και οι Ισπανοί. Τον περασμένο χρόνο 60% των Ελλήνων, 64% των Ισπανών και 57% των Ιταλών μείωσαν τη θερμοκρασία πλυσίματος των ρούχων και τη διάρκεια του κάθε κύκλου πλύσης, προκειμένου να ελαττώσουν την ενεργειακή τους κατανάλωση. Ωστόσο, παρόμοια προσπάθεια κατέβαλε μόνο το 31% των Σουηδών, 48% των Ολλανδών και 52% των Γάλλων που έλαβαν μέρος στην έρευνα.
Επιπλέον, παρόλο που η τιμή είναι πράγματι ένα βασικό ζήτημα που απασχολεί τους καταναλωτές, όταν πρόκειται για την αγορά προϊόντων φιλικών προς το περιβάλλον, μεγάλος αριθμός ατόμων αναγνωρίζει την αξία της συμβολής των αγορών του ώστε η βιωσιμότητα να αποτελέσει την απάντηση στην τρέχουσα οικονομική κρίση. Αξίζει να σημειωθεί ότι το 23% των Ελλήνων συμφώνησε πως «η κρίση τους ενθάρρυνε να αγοράσουν περισσότερα προϊόντα φιλικά προς το περιβάλλον, καθώς αυτό αποτελεί ίσως ένα μέρος της λύσης για την οικοδόμηση μιας ισχυρότερης οικονομίας σε βάθος χρόνου».
Σύμφωνα με την έρευνα, αν οι ερωτηθέντες έπρεπε να βαθμολογήσουν τους εαυτούς τους σε μια δεκαβάθμια κλίμακα για τη συνεισφορά τους στην βιωσιμότητα σε ό,τι αφορά την αγορά ή την κατανάλωση, θα «έπαιρναν» οριακά πάνω από τη βάση, αφού θα βαθμολογούνταν με 6 στα 10. Ο μέσος όρος αυτός που αντιπροσωπεύει ειλικρινά τις καταναλωτικές τους συνήθειες, αποδεικνύει ότι παρότι υπάρχει συλλογική επίγνωση για το συγκεκριμένο ζήτημα, υπάρχουν ακόμα περιθώρια βελτίωσης. Παρά τις φιλόδοξες δεσμεύσεις, βέβαια, για την προστασία του περιβάλλοντος, μόνο το 17% του δείγματος ένιωσε κάποια μορφή ικανοποίησης για τη συμβολή του στην προστασία του περιβάλλοντος κατά τη διάρκεια των αγορών του.
Είναι γεγονός πως καταναλωτές σε διαφορετικές χώρες έχουν υιοθετήσει διαφορετικές, φιλικές προς το περιβάλλον, καθημερινές συνήθειες. Για παράδειγμα:
• Οι Ισπανοί πλένουν τα ρούχα τους σε μέση θερμοκρασία 25°C, όταν την ίδια στιγμή ο μέσος όρος των 8 χωρών που έλαβαν μέρος στην έρευνα είναι 40°C
• Το 80% των Άγγλων δήλωσε πως δεν αφήνει το νερό να τρέχει άσκοπα όταν κάνει μπάνιο, ενώ ο μέσος όρος για τις υπόλοιπες χώρες ήταν 50%
Αναγνωρισμένη πρόοδος – ανάγκη για περισσότερη πληροφόρηση
Σύμφωνα με του Ευρωπαίους, η γκάμα των διαθέσιμων φιλικών προς το περιβάλλον προϊόντων έχει δείξει σημάδια βελτίωσης τα τελευταία είκοσι χρόνια. Παρ’ όλα αυτά, ένα από τα επαναλαμβανόμενα ζητήματα τα οποία τονίστηκαν μέσω της παρούσας έρευνας είναι το γεγονός ότι οι καταναλωτές αντιμετωπίζουν δυσκολίες στο να εξακριβώσουν ποια προϊόντα πραγματικά ακολουθούν υπεύθυνες περιβαλλοντικές πρακτικές. Ταυτόχρονα βέβαια, προέβλεψαν ότι στο μέλλον τα προϊόντα θα αναγκαστούν να παρέχουν πιο κατανοητές πληροφορίες αναφορικά με τη βιωσιμότητα των περιβαλλοντικών τους πιστοποιήσεων για καλύτερες πρακτικές και αγαθά.