Καθώς η κρίση δανεισμού της Ελλάδας χειροτερεύει, η αμερικάνικη εφημερίδα New York Times επιχειρεί μία σύγκριση ανάμεσα στη χώρα μας και την Αργεντινή προσπαθώντας να αντλήσει μαθήματα και εμπειρίες από το παράδειγμα της λατινοαμερικάνικης χώρας.
Πριν μία δεκαετία, καθώς η Αργεντινή έπεφτε στην οικονομική κατάρρευση, οι τράπεζες «θωρακίζονταν» πίσω από μεταλλικές μπάρες προκειμένου να προστατευτούν από τους διαδηλωτές που ζητούσαν τις αποταμιεύσεις μιας ζωής.
«Κλέφτες!», φώναζε διαρκώς το εξαγριωμένο πλήθος, καθώς η χώρα εγκατέλειπε το πείραμα του «δεσίματος» του πέσσο με το δολάριο, πάγωνε τους τραπεζικούς λογαριασμούς και προχωρούσε σε χρεοκοπία 100 δισ. δολαρίων, χρήματα που αντιστοιχούσαν κυρίως σε εξωτερικό δανεισμό.
Σήμερα, οι μεταλλικές μπάρες από τις τράπεζες έχουν απομακρυνθεί. Αλλά οι εξουθενωτικές συνέπειες από την χρεοκοπία που δήλωσε η Αργεντινή το 2001 και η υποτίμηση του νομίσματός της παραμένουν. Και τώρα που η Ελλάδα είναι στα όρια μίας πιθανής χρεοκοπίας, τα μαθήματα από την Αργεντινή μπορεί να είναι χρήσιμα.
Μία δεκαετία αργότερα, η Αργεντινή παραμένει ανίκανη να επιστρέψει στην παγκόσμια χρηματοπιστωτική αγορά. «Μία χρεοκοπία δεν είναι δωρεάν», αναφέρει ο Τζέιμι Άμπουτ, σύμβουλος επιχειρήσεων από το Ροζάριο, μια πόλη βόρεια του Μπουένος Άιρες. «Πρέπει να πληρώσεις τις συνέπειες για μεγάλο χρόνο. Η Αργεντινή δεν θεωρείται ακόμη σοβαρή χώρα», προσθέτει.
Εάν οι οικονομολόγοι έχουν να πουν κάτι σημαντικό αυτό είναι ότι οι προοπτικές της Ελλάδας θα μπορούσαν να αποδειχτούν χειρότερες. Η Αργεντινή ήταν, και είναι, ένας μεγάλος εξαγωγέας αγροτικών προϊόντων και καταγράφει πλεόνασμα στο εξωτερικό της εμπόριο. Αντίθετα, το μεγαλύτερο μέρος της ελληνικής οικονομίας στηρίζεται σε υπηρεσίες, κυρίως του τουρισμού, και η Ελλάδα καταγραφεί ένα διαχρονικό έλλειμμα στο εμπορικό της ισοζύγιο.
Επιπλέον, τη στιγμή που κήρυξε πτώχευση η Αργεντινή είχε ένα δημοσιονομικό έλλειμμα της τάξης του 3,2% του ΑΕΠ της. Το έλλειμμα της Ελλάδας ήταν 10,5% του ΑΕΠ την προηγούμενη χρονιά, σύμφωνα με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, πολύ πάνω από το 3% που είναι το όριο της Ε.Ε. Επίσης ως ποσοστό του ΑΕΠ, το 150% που καταγράφει το ελληνικό δημόσιο χρέος είναι κατά πολύ χειρότερο από το 54% της Αργεντινής όταν δήλωσε πτώχευση.
Αλλά ίσως το μεγαλύτερο εμπόδιο της Ελλάδας είναι ότι μοιράζεται ένα κοινό νόμισμα με άλλα ευρωπαϊκά κράτη. Κι έτσι, εκτός και αν η χώρα κάνει το πρωτοφανές βήμα και αποσχιστεί από τη ζώνη του ευρώ, η Ελλάδα δεν μπορεί να χρησιμοποιήσει ένα μεγάλο εργαλείο – να υποτιμήσει το νόμισμα της – το οποίο είχε βοηθήσει την Αργεντινή την περίοδο της οικονομικής «καταιγίδας».
Παρά τις δημοσιονομικές προκλήσεις, η οικονομία της Αργεντινής αναπτύσσεται με ποσοστό μεγαλύτερο του 8% κάθε χρόνο από το 2003 και πολλές εταιρείες έχουν επωφεληθεί από την υποτίμηση. Η Αργεντινή έχει αυξήσει την εξαγωγή αυτοκινήτων στη Βραζιλία και ο τουρισμός βρίσκεται σε μεγάλη άνθιση, καθώς έχουν αυξηθεί οι αφίξεις Βραζιλιάνων και άλλων ξένων επισκεπτών.
«Το μεγάλο πρόβλημα της Ελλάδας είναι ότι έχει ένα ισχυρό νόμισμα, πολύ ισχυρότερο σε σχέση με την παραγωγικότητα της», υποστηρίζει ο Έρικ Ριτοντάλε, οικονομολόγος της Econviews.
Κατά τη διάρκεια της δεκαετίας του 1990 επιχειρώντας να δαμάσει τον υπερπληθωρισμό, η Αργεντινή είχε συνδέσει την αξία του πέσσο με το αμερικάνικο δολάριο – μία στρατηγική μετατρεψιμότητας που αποδείχτηκε μη βιώσιμη εξαιτίας της ανόδου των επιτοκίων σε παγκόσμια βάση. Η χώρα ιδιωτικοποίησε πολλές εταιρείες, κάτι που οδήγησε σε υψηλή ανεργία, αλλά, έκανε την οικονομία της Αργεντινής πιο επαρκή.
Από το 1999, ωστόσο, ήταν ξεκάθαρο στους περισσότερους οικονομολόγους ότι η Αργεντινή κινείται προς χρεοκοπία και υποτίμηση. Ο αριθμός των πολιτών που ζουν κάτω από το όριο της φτώχειας μεγάλωσε – πιάνοντας την κορυφή το 2002 με το 50% του πληθυσμού να είναι φτωχοί – και η ανεργία γιγαντώθηκε. Η κυβέρνηση συνεργασίας του προέδρου Φερνάντο Ντε Λα Ρουά άρχισε να καταρρέει.
Όπως και στην Ελλάδα τώρα, η κοινωνική ένταση αυξήθηκε. Διοργανώθηκαν οκτώ γενικές απεργίες το 2001 στην Αργεντινή, με λεηλασίες και ταραχές. Τεράστιες ουρές σχηματίστηκαν έξω από τις πρεσβείες πολλών ευρωπαϊκών χωρών, καθώς κύματα Αργεντινών επιδίωκαν να εγκαταλείψουν τη χώρα τους.
«Ο κόσμος πούλησε τα πάντα και μετακινήθηκε στην Ισπανία κάνοντας οποιαδήποτε δουλειά, επειδή ένοιωθαν ότι αυτή η χώρα δεν έχει καμία ελπίδα», θυμάται ο αναλυτής Ντάνιελ Κέρνερ.
Ο Ντε Λα Ρουά παραιτήθηκε στις 21 Δεκεμβρίου του 2001, εγκαταλείποντας το προεδρικό μέγαρο με ελικόπτερο, καθώς το συγκεντρωμένο πλήθος τον είχε περικυκλώσει. Σε διάστημα 10 ημερών, 4 πρόεδροι ανέλαβαν την εξουσία και παραιτήθηκαν άμεσα μέχρι που ο πέμπτος, ο Εντουάρντος Ντουχάλντε, ανακοίνωσε την υποτίμηση του νομίσματος. Λίγες ημέρες αργότερα, το Κογκρέσο επίσημα αναγνώρισε την χρεοκοπία που ήταν ήδη μία de facto πραγματικότητα.
Το 2003 ο Νέστορ Κίρσνερ εξελέγη για να διαδεχτεί τον ενδιάμεσο πρόεδρο Ντουχάλντε. Ο Κίρσνερ επιστράτευσε ένα νέο οικονομικό μοντέλο – το οποίο η σύζυγος του, τωρινή πρόεδρος της Αργεντινής Κριστίνα Φερνάντεζ Ντε Κίρσνερ συνεχίζει να το ακολουθεί μέχρι και τις μέρες μας. Οι πυλώνες του στηρίζονται σε ένα αδύναμο νόμισμα, ώστε να δώσει ώθηση στις εξαγωγές και να αποθαρρύνει τις εισαγωγές και να δημιουργεί δημοσιονομικά και εμπορικά πλεονάσματα τα οποία μπορούν να χρηματοδοτούν τις λειτουργίες του κράτους και την αποπληρωμή του χρέους.
Η συγκεκριμένη στρατηγική ευνοήθηκε πάρα πολύ από την παγκόσμια αύξηση των τιμών των αγροτικών εμπορευμάτων. Στην Αργεντινή, για έναν κύριο παραγωγό σόγιας, αυτή η εξέλιξη ήταν θεόσταλτη. Η τιμή της σόγιας έχει ανέβει από τα 200 δολάρια ανά τόνο το 2003 γύρω στα 500 δολάρια ανά τόνο σήμερα.
Η Ελλάδα, με μικρές εξαγωγές αγροτικών προϊόντων, δεν μπορεί να αναμένει μία ανάλογη άνθιση σήμερα. Όμως, οι οικονομολόγοι λένε ότι μπορεί να κερδίσει από το παράδειγμα της Αργεντινής σχετικά με την αναδιάρθρωση του χρέους – κυρίως με το να αποφύγει να το επαναλάβει.
Η κυβέρνηση της Αργεντινής περίμενε μέχρι το 2005, όταν η οικονομία της ήταν ήδη σε ανάκαμψη, για να προχωρήσει στην πρώτη από τις δύο αναδιαρθρώσεις του χρέους της. Μη κυβερνητικοί ξένοι επενδυτές – οι μεγαλύτεροι ήταν συνταξιοδοτικά Ταμεία από την Ιταλία, την Ιαπωνία και τις ΗΠΑ – υπέστησαν ένα «κούρεμα» το οποίο τους στοίχισε τα 2/3 των επενδύσεων τους.
Σημειωτέον ότι ένας από τους δανειστές που πληρώθηκε ολόκληρο το ποσό το 2006, ήταν το ΔΝΤ στο οποίο η Αργεντινή χρώσταγε 9,8 δισ. δολάρια τη δεκαετία του 1990.
Ένα μάθημα για την Ελλάδα είναι το εξής: « ενώ οι ιδιώτες δανειστές αναμένεται να υποστούν ένα “κούρεμα” στα ομόλογα τους, οι επίσημοι δανειστές όπως το ΔΝΤ δεν είναι πρόθυμοι να το πράξουν», αναφέρει ο Ρόμπερτ Κοενινγκσμπέργκερ, μάνατζερ επενδυτικής εταιρείας.
«Αυτό δείχνει το πώς οι ιδιώτες πιστωτές δεν είναι εξασφαλισμένοι και σηκώνουν το μεγαλύτερο βάρος από αποτυχημένες προσπάθειες διάσωσης», συμπληρώνει.
Από τη στιγμή που αποπλήρωσε το χρέος της στο ΔΝΤ, η Αργεντινή δεν έχει δανειστεί από το Ταμείο. Αυτό έχει κάνει την κυβέρνηση του Κίρσνερ να αποφύγει την τυπική συνταγή του Ταμείου για περικοπές δημόσιων δαπανών.
Για την Ελλάδα, που συμφώνησε το προηγούμενο έτος να μειώσει τις δημόσιες δαπάνες ως αντάλλαγμα για το πακέτο διάσωσης από το ΔΝΤ και την Ε.Ε, τα μέτρα λιτότητας είναι τώρα η κύρια πηγή κοινωνικών εντάσεων.
Η κυβέρνηση της Αργεντινής έχει διατηρήσει κάποιες βασικές επιδοτήσεις για την ενέργεια και για κάποια βασικά προϊόντα προκειμένου να αποφύγει τη δημόσια δυσαρέσκεια – βήματα τα οποία θα ήταν ανάθεμα για το Νομισματικό Ταμείο. Αλλά και πάλι, ήταν οι υψηλές τιμές των εμπορευμάτων που βοήθησαν την Κίρσνερ να διατηρήσει τη δημοτικότητα της στο εσωτερικό μέσω των γενναίων κρατικών δαπανών.
Η Αργεντινή προσπαθεί να προετοιμάσει το έδαφος για να αρχίσει να δανείζεται ξανά από τις διεθνείς αγορές. Ωστόσο, αυτό δεν είναι εφικτό ακόμα.
Ακόμη και αν η Αργεντινή επιστρέψει στις αγορές, οι αναλυτές υποστηρίζουν ότι θα έχει, πιθανότατα, να πληρώσει επιτόκια διπλάσια από αυτά της γείτονας χώρας Βραζιλίας. Τα 10ετή ομόλογα της Βραζιλίας κυμαίνονται στο 4,5%.
Ο Μιγκέλ Φαραόνι, που διοικεί την εταιρεία Faraoni y Lo Menzo, κατασκευαστής παιχνιδιών λέει ότι τη δεκαετία του 1990 δεν ήταν ανταγωνιστικός, όταν η Αργεντινή είχε προχωρήσει σε μεγάλες εισαγωγές κινέζικων παιχνιδιών. Θεώρησε ότι χρεοκόπησε το 2001 όταν απασχολούσε μόνο 6 εργαζόμενους, ενώ απασχολούσε 30 το 1990.
Σήμερα έχει 40 εργαζόμενους και η Αργεντινή απορροφά το 40% της παραγωγής, 10% περισσότερο από το 2001. «Δουλεύουμε 24 ώρες την ημέρα για να μπορέσουμε να αντεπεξέλθουμε στην εσωτερική ζήτηση», δήλωσε.
Η Brukman, μία βιοτεχνία ανδρικών υποκάμισων, επιβίωσε το 2002 μετά την απόφαση των εργαζομένων να πάρουν τον έλεγχο της εταιρείας στα χέρια τους όταν οι ιδιοκτήτες αποφάσισαν να την εγκαταλείψουν. Ύστερα από αψιμαχίες με την αστυνομία, οι εργαζόμενοι τελικά κέρδισαν το δικαίωμα να την κρατήσουν στα χέρια τους.
«Ζούσαμε σε ένα καθεστώς τρόμου στα τέλη του 1990, ότι θα χάναμε τις δουλειές μας», είπε η Ματίλντε Αντόρνο, 68χρονη διευθυντής. «Σήμερα έχουμε τόση πολλή δουλειά που δεν προλαβαίνουμε να ετοιμάσουμε τις παραγγελίες».
Τέλος, η Αργεντινή έχει ένα ακόμη μάθημα να διδάξει στην Ελλάδα: τον κίνδυνο της μοιρολατρίας.
«Πολλοί άνθρωποι έλεγαν ότι η Αργεντινή δεν θα επανέλθει ποτέ, ότι το πέσσο ποτέ δεν θα ξανακερδίσει την αξία του, ότι η χώρα ήταν καταραμένη», λέει ο Κέρνερ. «Και, όμως, αυτό δεν συμβαίνει». Η Αργεντινή έχει επιστρέψει στην ομαλότητα!