Έναν «θησαυρό» στα απόβλητα που προκύπτουν από την επεξεργασία της ελιάς και την παραγωγή του ελαιολάδου αναζητούν επιστήμονες από την Ελλάδα και τις άλλες μεσογειακές χώρες, προσπαθώντας να απομονώσουν τις πολυφαινόλες, ουσίες με προληπτική δράση κατά ορισμένων ειδών καρκίνου και χρόνιων ασθενειών, έντονες αντιοξειδωτικές ιδιότητες και ανασταλτική επίδραση στην ανάπτυξη ορισμένων μικροοργανισμών και φυτών.
Σήμερα, συνθετικές πολυφαινόλες χρησιμοποιούνται ευρύτατα ως πρόσθετα τροφίμων, έχουν, όμως, ενοχοποιηθεί για παρενέργειες, γεγονός που στρέφει τη βιομηχανία τροφίμων στις φυσικές πολυφαινόλες, η τιμή των οποίων στην αγορά «αγγίζει», ανάλογα με την καθαρότητα του προϊόντος, τις 3.000 ευρώ το κιλό!
Δεδομένης, μάλιστα, της φυτοτοξικότητας και του τεράστιου ρυπαντικού φορτίου των αποβλήτων των ελαιοτριβείων, που στις περισσότερες περιπτώσεις καταλήγουν στην Ελλάδα σε ρέματα, χαράδρες και απομονωμένες περιοχές, το «παιχνίδι», σε επιστημονικό επίπεδο, κρίνεται στο βαθμό που θα επιτευχθεί η μεγαλύτερη δυνατή αξιοποίηση των πολύτιμων συστατικών τους και η ταυτόχρονη μηδενική ή ελάχιστη περιβαλλοντική επιβάρυνση.
Συνεργασία ερευνητών με ιδιωτικές εταιρείες
«Στο πλαίσιο συνεργασιών που έχουμε ξεκινήσει και στις οποίες συμμετέχουν το Ινστιτούτο Χημικών Διεργασιών και Ενεργειακών Πόρων (ΙΔΕΠ) του Εθνικού Κέντρου Έρευνας και Τεχνολογικής Ανάπτυξης (ΕΚΕΕΤΑ) με επιχειρήσεις επεξεργασίας βρώσιμης ελιάς, έρχεται να προστεθεί και μια νέα σημαντική συνεργασία με εταιρείες ενεργειακής αξιοποίησης βιομάζας και αποβλήτων, παραγωγής πυρηνέλαιου και βιολογικών καθαρισμών, με στόχο την ολοκληρωμένη διαχείριση του κύριου απόβλητου των ελαιοτριβείων, του κατσίγαρου.
Από το απόβλητο αυτό, με καινοτόμες μεθόδους, επιδιώκουμε να εξάγουμε τις πολύ χρήσιμες πολυφαινόλες, να παράγουμε συστατικά που μπορούν να προστεθούν σε ζωοτροφές (λόγω υψηλής περιεκτικότητας σε λίπη και ελαιώδη συστατικά) και να πάρουμε ακόμη υπολειμματικό ελαιόλαδο, βιομάζα προς καύση και καθαρό νερό για άρδευση» εξηγεί στο ΑΠΕ – ΜΠΕ ο καθηγητής και Διευθυντής του Εργαστηρίου Φυσικών Πόρων και Εναλλακτικών Μορφών ενέργειας (ΕΦΕΜ) του ΙΔΕΠ Αναστάσιος Καράμπελας.
Τονίζει, μάλιστα, ότι σύμφωνα με αυτόν τον ολοκληρωμένο σχεδιασμό, δεν θα προκύπτει καμία επιβάρυνση στο περιβάλλον και κανένα απόβλητο, καθώς ακόμη και η μη αξιοποιήσιμη βιομάζα που θα απομένει θα καίγεται και η παραγόμενη ενέργεια θα αξιοποιείται για τη λειτουργία των μονάδων επεξεργασίας της ελιάς.
Παράλληλα, σχολιάζει ότι οι επιδιώξεις της παραπάνω συνέργειας είναι η λήψη εμπορεύσιμων προϊόντων με σημαντική αξία στην αγορά, αλλά και η ελαχιστοποίηση της περιβαλλοντικής επιβάρυνσης, ώστε να δοθεί οριστική λύση στο πρόβλημα του κατσίγαρου που είναι γνωστός εδώ και χρόνια για τη δυσοσμία του και το ρυπαντικό του φορτίο.
Από το εργαστήριο σε πιλοτική μονάδα
«Ήδη, σε εργαστηριακή κλίμακα έχουμε καταφέρει να συμπυκνώσουμε κατάλληλα διαλύμματα πολυφαινολών για να τις παραλάβουμε, στη συνέχεια, σε εμπορεύσιμη μορφή» επισημαίνει ο κ. Καράμπελας και γνωστοποιεί ότι προωθείται η εφαρμογή της συνολικής τεχνολογίας αξιοποίησης του κατσίγαρου σε πιλοτική μονάδα.
Ο Πρόεδρος, μάλιστα, της εταιρείας ενεργειακής αξιοποίησης βιομάζας, Νίκος Φιλιππόπουλος, επισημαίνει ότι η υλοποίηση του σχετικού εγχειρήματος τοποθετείται στα τέλη του 2013 και θα γίνει στην περιοχή της Πρέβεζας. Παράλληλα, θα υποβληθεί και σχετική πρόταση στη Γενική Γραμματεία Έρευνας και Τεχνολογίας.
Πολυφαινόλες από την ελιά, το ρόδι και τα σταφύλια
Σε ό,τι αφορά τις πολυφαινόλες και τις θετικές τους ιδιότητες, ο Δρ. χημικός μηχανικός, ερευνητής του Ινστιτούτου του ΕΚΕΤΑ, Μανώλης Παπαϊωάννου τονίζει ότι στο επίκεντρο του επιστημονικού ενδιαφέροντος βρίσκονται οι ουσίες υδροξυτυροσόλη και τυροσόλη που υπάρχουν σε μεγάλες συγκεντρώσεις στα απόβλητα των ελαιοτριβείων.
Στο ίδιο μήκος κύματος, οι ερευνητές του Εργαστηρίου ΕΦΕΜ του ΕΚΕΤΑ αναζητούν, στο πλαίσιο ειδικών ερευνητικών έργων, τρόπους για την απομόνωση ουσιών, από τα απόβλητα της χυμοποίησης του ροδιού αλλά και της επεξεργασίας του κρασιού. Τέτοιες είναι οι τανίνες, το τρυγικό οξύ, οι πολυφαινόλες και χρωστικές ουσίες όπως οι αιθοκαιανίνες. Είναι χαρακτηριστικό ότι το 75% του καρπού του ροδιού είναι απόβλητο και μόνο το 25% χυμός, λέει ο κ. Καράμπελας.
Από την πλευρά του, ο Δρ. χημικός μηχανικός, ερευνητής του ΕΚΕΤΑ, Σωτήρης Πάτσιος σχολιάζει ότι ειδικά οι τανίνες και τα οργανικά οξέα του ροδιού είναι ουσίες εμπορικά εκμεταλλεύσιμες, ενώ το τρυγικό οξύ, από την επεξεργασία του κρασιού, μπορεί να χρησιμοποιηθεί στα τρόφιμα, τα καλλυντικά και την διαδικασία της οινοποίησης για τη ρύθμιση της οξύτητας.
Νέα νομοθεσία από φέτος
Σε επίπεδο παραγωγής και επεξεργασίας της ελιάς, δημιουργούνται, εξάλλου, νέα δεδομένα λόγω της αλλαγής της σχετικής νομοθεσίας. «Μέχρι τώρα τα ελαιοτριβεία επεξεργάζονταν την ελιά και τα απόβλητα των μικρών αυτών βιοτεχνικών μονάδων κατέληγαν διάσπαρτα στο περιβάλλον. Στο εξής η νέα νομοθεσία ορίζει πως ό,τι απομένει από την επεξεργασία της ελιάς θα πρέπει να οδηγείται στα πυρηνελαιουργεία, τα οποία είναι λιγότερα σε αριθμό και μεγαλύτερες μονάδες, συνεπώς εκείνα θα πρέπει να διαχειριστούν το πρόβλημα των αποβλήτων» γνωστοποιεί ο κ. Φιλιππόπουλος.
Προσθέτει ότι η παραπάνω αλλαγή καθιστά ακόμη επιτακτικότερη την ανάγκη να αναπτυχθεί η τεχνολογία και η μεθοδολογία ώστε να λυθεί το περιβαλλοντικό πρόβλημα από την επεξεργασία της ελιάς και την παραγωγή ελαιολάδου και βέβαια να προκύψουν οικονομικά οφέλη από την εμπορία των χρήσιμων και πολύτιμων ουσιών της ελιάς.
Αντίστοιχες έρευνες πραγματοποιούνται και σε άλλα ερευνητικά κέντρα εντός και εκτός Ελλάδας με προεξάρχοντα τα χαρακτηριστικά του ανταγωνισμού, δεδομένης της μεγάλης εμπορικής αξίας των πολυφαινολών και του οξύτατου περιβαλλοντικού προβλήματος. Εύλογο συμφέρον έχουν, άλλωστε, ερευνητικά κέντρα και εταιρείες από τη χώρα μας αλλά επίσης και από την Ιταλία, την Ισπανία και τις άλλες μεσογειακές χώρες που ασχολούνται με το πολύτιμο ελαιόλαδο.
Στο πλαίσιο αυτό της εντατικής εργαστηριακής έρευνας έχουν ενταχθεί τελευταία, σύμφωνα με πληροφορίες, ακόμη και διαδικασίες για την κατοχύρωση των πνευματικών δικαιωμάτων καινοτόμων εφαρμογών που εκάστοτε αναδεικνύονται και προσελκύουν, δικαίως, αυξημένο επενδυτικό ενδιαφέρον.