Το Εθνικό Πάρκο Ανατολικής Μακεδονίας Θράκης είναι γνωστό για το πλήθος των ειδών άγριας πανίδας και χλωρίδας που φιλοξενεί. Εκτός από την ορνιθοπανίδα και τη χλωρίδα της περιοχής, που προσελκύουν τους περισσότερους επισκέπτες, εξίσου σημαντική είναι και η ιχθυοπανίδα της ευρύτερης περιοχής του Εθνικού Πάρκου. Τα είδη τα οποία έχουν καταγραφεί ξεπερνούν τα 35, ωστόσο ιδιαίτερο ενδιαφέρον εμφανίζουν τα δύο ενδημικά είδη της περιοχής, τα δικά μας ψάρια!
Τα ψάρια με την κοινή ονομασία Θρίτσα ή Λιπαριά και Aλάια ή Γελάρτζα, Alosa vistonica και Alburnus vistonicus αντίστοιχα, που το επιστημονικό τους όνομα δείχνει και την προέλευσή τους, είναι ενδημικά είδη της Βιστωνίδας και απαντούν στην ευρύτερη ανατολική περιοχή του Εθνικού Πάρκου με μικρή ανοχή στις μεταβολές της αλατότητας στα νερά όπου διαβιούν.
Ειδικότερα, η Θρίτσα (Alosa vistonica) αποτελεί λιμνόφιλο και υπό εξαφάνιση είδος που απαντούσε αποκλειστικά στο βόρειο τμήμα της λίμνης Βιστωνίδας, καθώς το νότιο χαρακτηρίζεται από υψηλότερη αλατότητα. Χαρακτηριστικό της Θρίτσας είναι ότι δεν είναι μεταναστευτικό είδος και για το λόγο αυτό δεν υπάρχουν στοιχεία παρουσίας της σε άλλα υδάτινα συστήματα της περιοχής. Δυστυχώς, όμως εδώ και αρκετά χρόνια δεν έχει καταγραφεί η παρουσία της στη λίμνη. Το ίδιο επιβεβαιώνεται και από τα αποτελέσματα έρευνας για τα δύο ενδημικά είδη ψαριών του ΕΠΑΜΑΘ που ο ΦΔ έχει αναθέσει στο Τμήμα Βιολογίας του Αριστοτέλειου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης, γεγονός που εγείρει ερωτήματα για πιθανή εξαφάνιση του είδους.
Η Αλάια ή Γελάρτζα (Alburnus vistonicus) έχει μεγαλύτερη διασπορά στο ΕΠΑΜΑΘ. Συγκεκριμένα, έχουν παρατηρηθεί πληθυσμοί του είδους στη Βιστωνίδα και στους γειτονικούς ποταμούς Κόσυνθο και Κομψάτο, καθώς επίσης και στους ποταμούς Βοσβόζη και Φιλιούρη. Η Αλάια χαρακτηρίζεται ως λιμνόφιλο είδος, παρότι κατά την περίοδο της αναπαραγωγής μεταναστεύει προς τους ποταμούς. Τα νεαρά άτομα τρέφονται με ζωοπλαγκτικούς οργανισμούς, αλλά στη συνέχεια παρατηρείται αλλαγή στις διατροφικές της συνήθειες, καθώς τα άτομα τρέφονται κυρίως με καρκινοειδή, βενθικά ασπόνδυλα και μικρά ψάρια.
Σημαντικό και για τα δύο είδη είναι να επισημανθεί ότι χαρακτηρίζονται ως κρισίμως κινδυνεύοντα (υπό εξαφάνιση) και περιλαμβάνονται στο Κόκκινο Βιβλίο των Απειλούμενων Ζώων της Ελλάδας (2009). Επιπλέον, η Αλάια περιλαμβάνεται και στην Κόκκινη Λίστα της Διεθνούς Ένωσης για τη Διατήρηση της Φύσης (IUCN) (2006).
Ο αρχικός πληθυσμός και των δύο ειδών επηρεάστηκε σημαντικά από την αύξηση της αλατότητας της λίμνης Βιστωνίδας ακόμη και στο βόρειο τμήμα της, ειδικά τους καλοκαιρινούς μήνες, εξαιτίας της έντονης εισροής θαλασσινού νερού μετά τη διάνοιξη καναλιού επικοινωνίας με τη θάλασσα. Αυτό έχει άμεσες επιπτώσεις σε όλα τα είδη ιχθυοπανίδας γλυκού νερού, όπως τα δύο ενδημικά της λίμνης. Επιπλέον, η εντατικοποίηση των αγροτικών και κτηνοτροφικών δραστηριοτήτων, σε συνδυασμό με τις διευθετήσεις των υδάτινων σωμάτων που καταλήγουν στην ευρύτερη περιοχή της λίμνης Βιστωνίδας έχει άμεσες επιπτώσεις στην αύξηση του ευτροφισμού στη λίμνη, στην υποβάθμιση των ενδιαιτημάτων των ψαριών και την εμφάνιση φαινομένων μαζικής θανής ψαριών, όπως το 2014.
Η Θρίτσα, ως μη μεταναστευτικό είδος, φαίνεται ότι μάλλον δεν κατάφερε να ανταπεξέλθει στις νέες συνθήκες που δημιουργήθηκαν, σε αντίθεση με την Αλάια, η οποία μπόρεσε να επιβιώσει διατηρώντας ικανοποιητικούς αριθμητικά πληθυσμούς, χρησιμοποιώντας περιοδικά ως καταφύγιο τα ποτάμια που εισρέουν στη Βιστωνίδα. Ωστόσο, η διακοπτόμενη επικοινωνία της λίμνης με τους ποταμούς λόγω ανομβρίας ή και αρδευτικών φραγμάτων που έχουν κατασκευαστεί, δημιουργεί μία επιπλέον δυσκολία στην επιβίωση του είδους, αλλά και στη διατήρηση του πληθυσμού του μέσα στη λίμνη.
Η προστασία λοιπόν και διατήρηση των ενδιαιτημάτων των παραπάνω ειδών είναι πρωταρχικής σημασίας, ώστε να δοθεί η ευκαιρία και στις νεότερες γενιές να γνωρίσουν όχι μόνο τα σπάνια είδη ιχθυοπανίδας αλλά και όλο το φυσικό πλούτο του ΕΠΑΜΑΘ.