Στις αρχές της δεκαετίας του 80 ο Γιαν Φαμπρ, πρωτοπόρος και τολμηρός, καταφέρνει να προκαλέσει μια έκρηξη στο κόσμο του θεάτρου με δυο ιστορικά θεάματα, τη «Δύναμη της Θεατρικής Τρέλας» και το «Αυτό είναι θέατρο όπως ελπίζαμε και όπως θα περιμέναμε να είναι».

Έργα-κλειδιά στην ιστορία του σύγχρονου θεάτρου και χορού και σημεία αναφοράς της «εισβολής» του Φαμπρ στον θεατρικό χώρο με την performance art –πραγματική δράση, σε πραγματικό χρόνο- και της δημιουργίας του μετα-δραματικού θεάτρου.

Γνωστός ανατροπέας και διαμορφωτής και των σκηνικών τεχνών, ο Φαμπρ επανέρχεται, τριάντα σχεδόν χρόνια μετά την πρώτη παρουσίαση των έργων, που έγραψε και σκηνοθέτησε σε ηλικία μεταξύ 24 και 26 ετών. Ο διάσημος βέλγος εικαστικός, περφόμερ, σκηνοθέτης και χορογράφος και η ομάδα του Troubleyn Ensemble, παρουσιάζουν στο Μέγαρο Μουσικής και τα δύο έργα δωρεάν, ως προσφορά συμπαράστασης στην Ελλάδα.

Η τετράωρη παράσταση «Η Δύναμη της θεατρικής τρέλας» θα παρουσιαστεί την Τετάρτη 14 και την Πέμπτη 15 Νοεμβρίου (20.00 μ.μ) και το οκτάωρο έργο «Αυτό είναι θέατρο όπως ελπίζαμε και όπως θα περιμέναμε να είναι» την Κυριακή 18 Νοεμβρίου στην Αίθουσα Νίκος Σκαλκώτας (17.00 μ.μ.).Η παραγωγή πραγματοποιείται με τη συνεργασία της ιστορικού τέχνης Κατερίνας Κοσκινά.

«Ζούμε σε μία εποχή όπου παντού υπάρχει κρίση και μεγάλη οικονομική δυσπραγία. Διευθυντές θεάτρου και πολιτιστικών ιδρυμάτων ανά τον κόσμο, διαλέγουν μάλλον εύκολα, άνετα, μικρής διάρκειας έργα που έχουν να κάνουν περισσότερο με την έννοια της διασκέδασης παρά με οτιδήποτε άλλο. Όλα αυτά τα χρόνια έχω παρακολουθήσει αυτά τα δύο έργα μου να παρουσιάζονται σε διάφορα μέρη του κόσμου και αισθάνομαι ότι κερδίζουν ακόμα σε δύναμη. Είναι σαν δύο σολομούς οι οποίοι χοροπηδούν ανεβαίνοντας αντίθετα προς το ρεύμα του ποταμού», είπε σε σημερινή συνέντευξη Τύπου ο Γιαν Φαμπρ, στο Μέγαρο Μουσικής.

Σύμφωνα με την Κατερίνα Κοσκινά, οι δύο παραστάσεις μας στέλνουν πίσω στο είδωλο της σύγχρονης ζωής- ασφυκτικής, βίαιης, γρήγορης, μοναχικής, συλλογικής και ενίοτε αυτιστικής. «Η ένταση, η νεύρωση, η φρασεολογία, οι ήχοι και η υπερβολική έκθεση και κινητικότητα του ανθρώπινου σώματος σ’ αυτές συνδέονται περισσότερο με τη σημερινή πραγματικότητα, όπως την γνωρίζουμε από τις συγκεντρώσεις, τις αντιδράσεις του κόσμου στο δρόμο και την τηλεόραση, παρά με τις επί σκηνής τέχνες, όπως τις αναμένει το ευρύ κοινό», σημείωσε η ίδια.

Αναφερόμενος στην κρίση και στη δύσκολη περίοδο που περνάει η Ελλάδα είπε πως στη δική του χώρα αντιμετωπίζουν αντίστοιχα προβλήματα. «Σε πρόσφατες εκλογές υπήρξε μια πολύ μεγάλη άνοδος της ακροδεξιάς πλευράς, άρα θεωρώ ότι το πρόβλημα είναι γενικό, δεν είναι μόνο της Ελλάδας. Εκείνο που μπορώ να πω ως καλλιτέχνης είναι ότι πρέπει κανείς να συνεχίσει να κάνει αυτό που κάνει, να ανοίξει το στόμα του και να δηλώσει το πολιτικό του χρώμα, να συνεχίσει να εργάζεται για την ομορφιά υπέρ της κοινωνίας. Και αυτός είναι και ένας λόγος για τον οποίο βρίσκομαι και στην Ελλάδα», εξήγησε.

Σε ότι αφορά την άνοδο των ακροδεξιών κομμάτων που παρατηρείται σε ολόκληρη την Ευρώπη σε μια εποχή βαθιάς κρίσης είπε: «Εκείνο που με στεναχωρεί είναι ότι δεν μοιάζει να διδασκόμαστε από την ιστορία. Θεωρώ ότι έρχονται επικίνδυνα χρόνια. Άποψή μου είναι ότι σε ένα χώρο ο οποίος διαποτίζεται από τη βία και την επιθετικότητα, πρέπει κανείς να βρει τον τρόπο να απαντήσει με μια δική του δήλωση, η οποία να έχει να κάνει με την ευγένεια και την καλοσύνη. Το να απαντήσεις στη βία με την βία δεν θεωρώ, σε καμία περίπτωση, πως είναι η λύση. Η κραυγή της ευγένειας είναι η λύση. Εκείνο που με απασχολεί είναι αυτή η ανθρωπιά – η ανθρώπινη αντιμετώπιση των πραγμάτων», κατέληξε.

«Η Δύναμη της Θεατρικής Τρέλας» παρουσιάστηκε για πρώτη φορά στην Μπιενάλε της Βενετίας το 1984. Το έργο αναφέρεται στην ιδιότητα του θεάτρου να υπερβαίνει τα ανθρώπινα όρια. Βέβαια, σύμφωνα με τον ίδιο τον καλλιτέχνη, το έργο δεν είναι ακριβώς θέατρο, «μοιάζει σαν θέατρο». Ένα θέαμα που φιλοξενεί όλες τις τέχνες, το έργο τιμά και αποθεώνει τις παλιές δόξες του θεάτρου, αποκαλύπτει τη σαγήνη του, διαλύει τις συμβάσεις του και με μια ακραία ένταση προτείνει τη δυναμική ενός καινούργιου, σύγχρονου θεάτρου που δεν εμπιστεύεται την ψευδαίσθηση.

Στο «Αυτό είναι θέατρο όπως ελπίζαμε και όπως θα περιμέναμε να είναι», ο Φαμπρ δοκιμάζει ν’ αλλάξει τον τρόπο παρακολούθησης και τη διάρκεια μιας θεατρικής παράστασης με τη διάρκεια άλλων πιο πεζών δραστηριοτήτων της ανθρώπινης καθημερινότητας, όπως η εργασία. «Οι θεατές μοιάζουν περισσότερο με τουρίστες-παρατηρητές, παρακολουθούν με επιφύλαξη, αλλά και κατάπληξη και αντιδρούν πιο ελεύθερα. Διακόπτουν, όπως άλλωστε προβλέπεται και στην οκτάωρη απασχόληση, και μπορεί να φύγουν για λίγο και να επιστρέψουν να παρακολουθήσουν ένα σύνθετο γεγονός που ανήκει εξίσου στη ζωή και την τέχνη», υποστηρίζει η Κατερίνα Κοσκινά.

Σε ό,τι αφορά τα μελλοντικά του σχέδια, πρόθεση του Φαμπρ είναι να παρουσιάσει ένα εικοσιτετράωρο σπονδυλωτό θέαμα που θα εξαντλεί τη βασική μονάδα μέτρησης του ανθρώπινου χρόνου, το εικοσιτετράωρο, και θα έχει ως θέμα τους αρχαίους ελληνικούς μύθους.