Μια από τις πιο διεξοδικές επιστημονικές μελέτες για τα συστήματα αποφυγής σύγκρουσης στα αυτοκίνητα, αποκαλύπτει ότι, το σύστημα City Safety, που περιλαμβάνεται στο βασικό εξοπλισμό όλων των μοντέλων της Volvo, μειώνει τις ασφαλιστικές αιτήσεις αποζημίωσης για περιπτώσεις σύγκρουσης στο πίσω μέρος προπορευόμενου οχήματος κατά 28%.
Βασισμένη σε δεδομένα από πραγματικές αιτήσεις αποζημίωσης που προέρχονται από τις σουηδικές ασφαλιστικές εταιρείες If και Volvia, η μελέτη για την απόδοση και την αποτελεσματικότητα του City Safety αποδεικνύει την αξία των συστημάτων αυτόματης πέδησης για την αποφυγή σύγκρουσης σε πραγματικές συνθήκες.
Το κύριο όφελος του City Safety έχει να κάνει με την ικανότητά του να ελαττώνει τη συχνότητα τραυματισμών του αυχένα που σχετίζονται, μεταξύ άλλων, με την απότομη επιβράδυνση-επιτάχυνση (φαινόμενο «whiplash»), η οποία παρατηρείται συχνά σε ατυχήματα με χαμηλή ταχύτητα. Δευτερεύον όφελος για τους οδηγούς των είναι η μείωση στη ζημιά που υφίστανται τα αυτοκίνητά τους από το ατύχημα και, επομένως, στο κόστος επισκευής τους.
Η μελέτη έχει μεγάλη αξία για την εκτίμηση των συστημάτων αποφυγής σύγκρουσης, καθώς είναι η μοναδική που βασίζεται σε ένα ευρύ φάσμα δεδομένων από ασφαλιστικές εταιρείες, το οποίο καλύπτει πάνω από 160.000 «οχηματικά έτη» (κατά το «ανθρωποώρες»). Σε αντίθεση με τα δεδομένα που προέρχονται από την αστυνομία ή τις υπηρεσίες άμεσης βοήθειας, τα στοιχεία των ασφαλιστικών εταιρειών καλύπτουν όλα τα ατυχήματα, ανεξάρτητα από το αν υπάρχει ανθρώπινος τραυματισμός. Προσφέρουν έτσι μια περισσότερο ολιστική εικόνα όσον αφορά την απόδοση σε πραγματικές συνθήκες του City Safety.
Η Volvo λανσάρισε την πρώτη τεχνολογία αποφυγής ατυχήματος το 2006 και το 2008, το City Safety ενσωματώθηκε ως βασικός εξοπλισμός σε όλα τα νέα μοντέλα της Volvo.
Οι αριθμοί της μελέτης δείχνουν ότι αυτοκίνητα που είναι εξοπλισμένα με την πρώτη και δεύτερη γενιά του City Safety (οι οποίες διαθέτουν ενεργή αυτόματη πέδηση έως και τα 30 ή 50 χλμ./ώρα αντίστοιχα υπό ορισμένες κυκλοφοριακές συνθήκες) ενεπλάκησαν σε 28% λιγότερα ατυχήματα και, αντιστοίχως, λιγότερες ασφαλιστικές αιτήσεις αποζημίωσης.
Τα συστήματα αποφυγής σύγκρουσης καθίστανται όλο και πιο δημοφιλή ανάμεσα σε οδηγούς που περνούν πολύ χρόνο πίσω από το τιμόνι, στο «σταμάτα-ξεκίνα» της αστικής κυκλοφορίας, όπου το ρίσκο μιας σύγκρουσης με χαμηλή ταχύτητα είναι ιδιαίτερα υψηλό. Η πρώτη γενιά των συστημάτων παρέμενε ενεργή σε ταχύτητες μέχρι και 30 χλμ./ώρα. Στη συνέχεια, από το 2013, το όριο αυξήθηκε στα 50 χλμ./ώρα. Το 2015, το City Safety αναβαθμίστηκε και πάλι, με το Νέο XC90 ειδικά να ενσωματώνει την τελευταία γενιά του συστήματος που παραμένει ενεργή συνεχώς και αποτελεσματική, ανεξάρτητα από την ταχύτητα κίνησης.
Η διαρκής βελτίωση του City Safety, που ειδικά στο Νέο XC90 είναι ενεργό σε όλο το εύρος ταχυτήτων, φέρνει τη Volvo πιο κοντά στην επίτευξη του στόχου της, γνωστού ως Vision 2020 (Όραμα 2020). Σύμφωνα με αυτό, η Volvo μέχρι το 2020, θα έχει αναπτύξει την αναγκαία τεχνολογία ώστε μην υπάρχει απώλεια ζωής ή σοβαρός τραυματισμός σε ένα νέο Volvo. Απώτερος στόχος, η δημιουργία αυτοκινήτων που θα είναι αδύνατο να συγκρουστούν.
Τα αποτελέσματα αυτής της ανεξάρτητης μελέτης για τις προόδους και την αποτελεσματικότητα των Συστημάτων Αποφυγής Σύγκρουσης παρουσιάστηκαν στο 24ο Διεθνές Τεχνολογικό Συνέδριο για την Αναβαθμισμένη Ασφάλεια Οχημάτων (ESV), που πραγματοποιήθηκε φέτος στο Γκέτεμποργκ, από τις 8 έως τις 11 Ιουνίου.
Νίκος Τσάδαρης